Blogger Template by Blogcrowds.

ΝΗΠΕΝΘΗ | ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ (Ποιήματα)

Κώστας Γ. Καρυωτάκης






















Οι στίχοι μου

Δικά μου οι Στίχοι, απ’ το αίμα μου, παιδιά.
Μιλούνε, μα τα λόγια σαν κομμάτια
τα δίνω από την ίδια μου καρδιά,
σα δάκρυα τους τα δίνω από τα μάτια.

Πηγαίνουν με χαμόγελο πικρό,
αφού τη ζωήν ανιστορίζω τόσο.
Ήλιο και μέρα και ήλιο τους φορώ,
ζώνη ναν τάχουν όταν θα νυχτώσω.

Τον ουρανόν ορίζουνε, τη γη.
Όμως ρωτιούνται ακόμα σαν τι λείπει
και πλήττουνε και λυόνουν πάντα οι γιοι
μητέρα που γνωρίσανε τη Λύπη.

Το γέλιο του απαλώτερου σκοπού,
το πάθος μάταια χύνω του φλαούτου·
είμαι γι’ αυτούς ανίδεος ρήγας που
έχασε την αγάπη του λαού του.

Και ρεύουνε και σβύνουν και ποτέ
δεν παύουνε σιγά-σιγά να κλαίνε.
Αλλού κοιτώντας διάβαινε, Θνητέ,
Λήθη, το πλοίο σου φέρε μου να πλένε.

Ευγένεια

Κάνε τον πόνο σου άρπα.
Και γίνε σαν αηδόνι,
και γίνε σα λουλούδι.
Πικροί όταν έλθουν χρόνοι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και ‘πε τονε τραγούδι.

Μη δέσης την πληγή σου
παρά με ροδοκλώνια.
Λάγνα σου δίνω μύρα
-για μπάλσαμο- και αφιόνια.
Μη δέσης την πληγή σου,
και το αίμα σου, πορφύρα.

Λέγε στους θεούς «να σβύσω!»,
μα κράτα το ποτήρι.
Κλώτσα τις μέρες σου όντας
θα σούνε πανηγύρι.
Λέγε στους θεούς «να σβύσω!»,
μα λέγε το γελώντας.

Κάνε τον πόνο σου άρπα.
Και δρόσισε τα χείλη
στα χείλη της πληγής σου.
Ένα πρωί, ένα δείλι,
κάνε τον πόνο σου άρπα
και γέλασε και σβύσου.

Ποιητές

Πως σβύνετε, πικροί ξενητεμένοι!
Ανθάκια μου χλωμά, που σας επήραν
σε κήπους μακρυνούς να σας φυτέψουν…
Βιολέττες και ανεμώνες, ξεχασμένες
στα ξένα που πεθαίνετε παρτέρια,
κρατώντας, αργυρή δροσοσταλίδα,
βαθιά σας την ελπίδα της πατρίδας…
Χτυπιούνται, πληγωμένες πεταλούδες,
στο χώμα σας οι θύμησες κ’ οι πόθοι.
Το φως, που κατεβαίνει, της ημέρας,
κι απλώνεται γλυκήτατο και παίζει
μ’ όλα τριγύρω τα’ άλλα λουλουδάκια,
περνάει από κοντά σας και δε βλέπει
τον πόνο σας ωραίο, για να χαϊδέψη
τα πορφυρά θρηνητικά μαλλιά σας.
Ειδυλλιακές οι νύχτες σας σκεπάζουν
κ’ η καλοσύνη αν χύνεται των άστρων,
ταπεινοί καθώς είστε, δε σας φτάνει.
Ολούθε πνέει, σα λίβας, των ανθρώπων
η τόση μοχθηρία και σας μαραίνει,
ανθάκια μου χλωμά, που σας επήραν
σε κήπους μακρυνούς να σας φυτέψουν.

Μπαλλάντα

 Στους άδοξους ποιητές των αιώνων
                       
Από θεούς και ανθρώπους μισημένοι,
σαν άρχοντες που εξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οι Βερλαίν· τους απομένει
πλούτος η ρίμα πλούσια και αργυρή.
Οι Ουγγώ με «Τιμωρίες» την τρομερή
των Ολυμπίων εκδίκηση μεθούνε.
Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλλάντα στους ποιητές άδοξοι πούνε.

Αν έζησαν οι Πόε δυστυχισμένοι,
και αν οι Μπωντλαίρ εζήσανε νεκροί,
η Αθανασία τους είναι χαρισμένη.
Κανένας όμως δεν ανιστορεί
και το έρεβος εσκέπασε βαρύ
τους στιχουργούς που ανάξια στιχουργούνε.
Μα εγώ σαν προσφορά κάνω ιερή
μπαλλάντα στους ποιητές άδοξοι πούναι.

Του κόσμου η καταφρόνια τους βαραίνει
κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι και ωχροί,
στην τραγική απάτη τους δομένοι
πως κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί,
παρθένα βαθυστόχαστα ιλαρή.
Μα ξέροντας πως όλοι τους ξεχνούνε,
νοσταλγικά εγώ κλαίω τη θλιβερή
μπαλλάντα στους ποιητές άδοξοι πούναι.

Και κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
- Ποιος άδοξος ποιητής, θέλω να πούνε,
την έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλλάντα στους ποιητές άδοξοι πούναι.

Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα