Blogger Template by Blogcrowds.

Οι άνθρωποι που σημάδεψαν την κοινωνική και πνευματική ζωή του αιώνα που φεύγει, όπως τους σκιαγραφούν ειδικοί συνεργάτες των «ΝΕΩΝ».

Ο Στράτης Μυριβήλης, ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της γενιάς του '30, αντιμιλιταριστής πατριώτης και λυρικός πεζογράφος του Αιγαίου, ένας «αδιάλλακτος της λογοτεχνίας» σε συνεχή αναζήτηση της ελληνικότητας, γεννήθηκε στην υπόδουλη ακόμη Συκαμιά της Λέσβου το 1890. Ανήκει στη γενιά εκείνη που πολέμησε για την ανόρθωση του ελληνισμού κατά τους βαλκανικούς πολέμους, που παρακολούθησε με πόνο τη Μικρασιατική Καταστροφή και την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας και τελικά στράφηκε σε έναν ενδοσκοπικό εθνικισμό, αναζητώντας με πάθος τα διακριτικά της ελληνικής συνείδησης στην ελληνική γη και στη λαϊκή παράδοση.


Ο Στράτης Μυριβήλης, ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου, ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά του Χαράλαμπου και της Ασπασίας Σταματοπούλου. Μέτριος μαθητής, παίρνει το απολυτήριό του από την Αστική Σχολή Συκαμιάς το 1903. Εκεί, ο σχολάρχης Σπύρος Αναγνώστου, με το κιτρινισμένο δάχτυλό του πάνω στον ανοιγμένο ελληνικό χάρτη, έκανε περιπάτους πάνω στα Βαλκάνια, στη Μικρασία και μέσα στις ελληνικές θάλασσες, περιπάτους αντάξιους της Μεγάλης Ιδέας. Έτσι ξεκινάει ο Μυριβήλης το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Απ' την Ελλάδα. Από τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς έως το 1909 φοιτά στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης και στο Γυμνάσιο των Κυδωνιών. Στα γυμνασιακά θρανία η επαφή του με σημαντικά κείμενα του δημοτικισμού Το Ταξίδι του Ψυχάρη, Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου του Κωστή Παλαμά, η Ιλιάδα του Αλέξανδρου Πάλλη, τα διηγήματα του Αργύρη Εφταλιώτη, Τα Λόγια της Πλώρης του Ανδρέα Καρκαβίτσα, αλλά και ανέκδοτα χειρόγραφα ποιήματα του Γρυπάρη που κυκλοφορούσαν κάτω από τα θρανία διαμορφώνουν πρώιμα τη λογοτεχνική και γλωσσική του συνείδηση. Πεζογραφήματά του ήδη δημοσιεύονται σε περιοδικά της Σμύρνης και της Μυτιλήνης. 

Το 1912 βρίσκεται στην Αθήνα, παρακολουθεί μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή και συγχρόνως εργάζεται ως συντάκτης σε αθηναϊκά φύλλα. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς στρατεύεται εθελοντής και παίρνει μέρος στους δύο βαλκανικούς πολέμους. Τραυματίζεται στη μάχη του Κιλκίς το 1913, αποστρατεύεται και επιστρέφει στην Αθήνα. Εγκαταλείπει όμως τα μαθήματα της Φιλοσοφικής και εγκαθίσταται τελικά στη Συκαμιά της Λέσβου. Εκεί εργάζεται ως αρχισυντάκτης στην εφημερίδα «Σάλπιγξ» της Μυτιλήνης και ζει από κοντά το προσφυγικό κύμα από τη Μικρασία. Τότε ήρθε πρόσφυγας από το Δικελί και η Ελένη Δημητρίου, η οποία γνωρίζεται με τον Μυριβήλη, για να τον παντρευτεί αργότερα, στα 1920. Απέκτησαν 3 παιδιά: τη Χάρη, τη Δροσούλα και τον Λάμπη. Κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στρατεύεται στο μέτωπο της Μακεδονίας. Το 1917 κατατάσσεται στο 4ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αχιπελάγους και συμμετέχει στην προκάλυψη του Μοναστηρίου μαζί με τον αδελφό του, Κίμωνα. Εκεί αρχίζει να γράφει το Η Ζωή εν Τάφω. Ο Μυριβήλης παίρνει μέρος και στη μικρασιατική εκστρατεία. Μετά την εκκένωση του Εσκί-Σεχίρ καταφεύγει πρόσφυγας στη Θράκη και από εκεί επιστρέφει στη Λέσβο το 1922. Θα παραμείνει στο νησί έως το 1932, οπότε και εγκαθίσταται οικογενειακώς στην Αθήνα. Κύρια επαγγελματική ενασχόλησή του, κατά την παραμονή του στη Λέσβο έως την εγκατάστασή του στην Αθήνα, είναι η δημοσιογραφία. Εκδίδει την εβδομαδιαία εφημερίδα «Καμπάνα» στην οποία αρχίζει να δημοσιεύει το Η Ζωή εν Τάφω και αργότερα την καθημερινή εφημερίδα «Ταχυδρόμος». Κατά τη διαμονή του στην Αθήνα συνεχίζει να δημοσιογραφεί και γίνεται τακτικό μέλος της Ενώσεως Συντακτών. Συνεργάζεται με πολλές εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και με τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών. Το 1938 διορίζεται στη Βιβλιοθήκη της Βουλής ως Τμηματάρχης Β' Τάξεως. Από το 1946 έως το 1950 είναι Διευθυντής Προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Παράλληλα, συμμετέχει ενεργά στη συγκρότηση σωματείων λογοτεχνών: υπήρξε ιδρυτικό μέλος και διετέλεσε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Εταιρείας των Λογοτεχνών της Ελλάδος και της Ελληνικής Εταιρείας Λογοτεχνών.

Ο Μυριβήλης διδάσκει θεατρικό έργο σε στρατιωτικό θίασο, στο Μακεδονικό Μέτωπο (Νιγρίτα 1916-17).
(Προέλευση: «Η μεσοπολεμική πεζογραφία», εκδ. Παν. Σοκόλη, τ. ΣΤ', Αθήνα 1993, σ. 106)

Πέθανε στην Αθήνα, στις 19 Ιουλίου 1969. Ο Στράτης Μυριβήλης πρωτοεμφανίστηκε με τη συλλογή διηγημάτων Κόκκινες Ιστορίες, που δημοσιεύθηκε στη Μυτιλήνη το 1915. Ακολουθεί Η Ζωή εν Τάφω, πρώτα σε συνέχειες από την εφημερίδα «Καμπάνα» και σε πρώτη έκδοση το 1924. Η δεύτερη έκδοση έγινε το 1930 και ήταν σημαντικά αναθεωρημένη και προσαυξημένη με νέα κεφάλαια. Πραγματοποιήθηκαν άλλες πέντε, όλες ξαναδουλεμένες. Η έβδομη και οριστική έκδοση δημοσιεύθηκε το 1955. Ο Στράτης Μυριβήλης έγραψε άλλα δύο μυθιστορήματα: Η Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια το 1933 και Η Παναγιά η Γοργόνα, το 1949. Και τα δύο αυτά μυθιστορήματα είχαν ήδη προδημοσιευθεί σε συνέχειες από περιοδικά έντυπα. Ένα μεγάλο μέρος του έργου του διοχετεύθηκε σε νουβέλες, διηγήματα και λυρικά πεζογραφήματα που δημοσίευε χωρίς διακοπή. Έγραψε τρεις νουβέλες: Ο Βασίλης ο Αρβανίτης, που στην τελική του μορφή δημοσιεύθηκε το 1943, Τα Παγανά το 1944 και Ο Παν το 1946. Εκτός από τη συλλογή Διηγήματα που δημοσιεύθηκε το 1928, οι άλλες συλλογές διηγημάτων φέρουν χρωματικούς τίτλους: Το Πράσινο Βιβλίο (1935), Το Γαλάζιο Βιβλίο (1939), Το Κόκκινο Βιβλίο (1952) και Το Βυσσινί Βιβλίο (1959). Δημοσίευσε δύο συλλογές λυρικών πεζογραφημάτων: Το Τραγούδι της Γης (1937) και Μικρές Φωτιές (1942) και κατέγραψε ταξιδιωτικές εντυπώσεις: Απ' την Ελλάδα (1954) και Ολυμπία (1958). Μία συλλογή χρονογραφημάτων δημοσιεύθηκε με τον τίτλο Πτερόεντα, ενώ ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα κριτικά μελετήματα. Τα τρία μυθιστορήματα και Ο Βασίλης ο Αρβανίτης μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες, φανερώνοντας την απήχηση του έργου του και στο εξωτερικό. Ο Μυριβήλης τιμήθηκε για το έργο του όσο ζούσε. Το 1940, με το κρατικό βραβείο Πεζογραφίας για το Γαλάζιο Βιβλίο. Το 1958 εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας, ύστερα από πέντε ανεπιτυχείς υποψηφιότητες και διορίζεται τιμητικά μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών. Το 1959 του απονέμεται ο Σταυρός του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου του Α'. Προτάθηκε τρεις φορές για το Νόμπελ ενώ το 1969, λίγο πριν από τον θάνατό του, η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον ανακηρύσσει επίτιμο πρόεδρό της. Το έργο του Στράτη Μυριβήλη μελετήθηκε εκτενώς από την κριτική και τοποθετήθηκε κυρίως στο πλαίσιο του πολεμικού μυθιστορήματος και της γενιάς του '30. Ξαναδιαβάζοντας ωστόσο σήμερα τον Μυριβήλη, οι παρατηρήσεις μας περιστρέφονται κυρίως γύρω από δύο κεντρικούς άξονες που προσδιορίζουν τον γενικό χαρακτήρα του έργου του σε όλη την πορεία του: ρεαλισμός και/ή λυρισμός, παράδοση και/ή ανανέωση. Μέσα από το πρίσμα αυτό τίθενται ζητήματα που έχουν κατά καιρούς απασχολήσει την κριτική, όπως η επιτυχία μυθιστορηματικής σύνθεσης, η εναρμόνιση του Μυριβήλη με τη γενιά του '30, καθώς και το ζήτημα της γλώσσας και της μορφικής επεξεργασίας των κειμένων.

Ο Μυριβήλης σε σκίτσο του γλύπτη Νικόλα (προέλευση: περ. «Νέα Εστία»,
αφιέρωμα στον Στράτη Μυριβήλη (1890 - 1969), τ. 128 (Χριστούγεννα 1990), σελ. 89.

Η παραδοσιακή και ξεπερασμένη για την εποχή της επιστολιμαία μορφή του Η Ζωή εν Τάφω αποβαίνει το εκφραστικό μέσο μιας νεωτερικής αντίληψης του πολέμου και της υποκειμενικής έκφρασης της πραγματικότητας. Δεν πρόκειται εδώ για την ηρωική διάσταση του πολέμου, αλλά για μια πραγματικότητα φρικιαστική, έτσι όπως βιώνεται από τον φοιτητή λοχία Κωστούλα και καταγράφεται στο ημερολόγιό του. Είναι η φρίκη των χαρακωμάτων έτσι όπως την έζησε ο ίδιος ο συγγραφέας. Το αντιπολεμικό μήνυμα του έργου αναδεικνύεται μέσα από την ωμότητα της ρεαλιστικής περιγραφής που χρησιμοποιεί τη φρίκη ως μέσο απώθησης και εξισώνει όλους τους ανθρώπους, φίλους και εχθρούς, κάτω από το βάρος της συντριβής της ανθρώπινης ύπαρξης. Η αυθεντικότητα της πρώτης ύλης, το βάρος της προσωπικής εμπειρίας και η αντιπολεμική ιδεολογική φόρτιση προσδίδουν στη γραφή την αμεσότητα του ρεαλισμού. Η εσωτερικευμένη όμως πραγματικότητα επιτρέπει λυρικές εξάρσεις και συναισθηματική φόρτιση. Η εξαντλητική επεξεργασία του λόγου, προϊόν των αλλεπάλληλων αλλαγών και αναθεωρήσεων του αρχικού κειμένου της πρώτης έκδοσης, αγγίζει πολλές φορές τη γλωσσική εκζήτηση και γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στην περιγραφή τόσο της εξωτερικής και αντικειμενικής πραγματικότητας όσο και της εσωτερικής, του αφηγητή λοχία. Ο ρεαλισμός τού Μυριβήλη παραμένει λυρικός, χωρίς να αναιρείται ούτε η αυθεντικότητα της πραγματικής εικόνας του πολέμου ούτε και η εσωτερικευμένη βίωσή της. Άλλωστε, μοναδική διέξοδος από τον παραλογισμό του πολέμου είναι η αγάπη για τη ζωή, η ερωτική έλξη για τον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον. Και καλύτερη μαρτυρία γι' αυτό δεν μπορεί να είναι παρά η προσωπική.

Από αριστερά, Θράσος Καστανάκης, Στράτης Μυριβήλης, Άγγελος Τερζάκης, Ηλίας Βενέζης, 1934.
(Προέλευση: «Η μεσοπολεμική πεζογραφία», εκδ. Παν. Σοκόλη, τ. ΣΤ', Αθήνα 1993, σ. 113)

Η αγάπη για τη ζωή, για τον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον θα παραμείνει άλλωστε ο συνεκτικός ιστός της σκέψης του και ολόκληρου του έργου του στην εξελικτική του πορεία, ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές μετατοπίσεις του συγγραφέα που έχουν επισημανθεί. Η πολύ συγκεκριμένη και πολύ τραυματική εμπειρία του πολέμου αρχικά υποδεικνύει τη δύναμη της φύσης, ως φυσική ανάγκη επιβίωσης του ανθρώπου και ερωτική έλξη. Αργότερα θα καταλήξει σε έναν οικουμενικό ανθρωπισμό, που θα στηλιτεύσει κάθε πολιτική θεωρία και κάθε υπαρκτό σύστημα, εφόσον μέσα από τον δογματισμό τελικά στρέφονται εναντίον του ίδιου του ανθρώπου, της αξιοπρέπειάς του και της πνευματικής ελευθερίας του.

Με αφετηρία την επιστροφή του πολεμιστή μετά τον πόλεμο, την προσπάθεια ένταξής του σε ένα σχεδόν ξένο πια κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και την υπεροχή της φυσικής ερωτικής έλξης απέναντι σε ηθικά διλήμματα και ιδεολογικούς προβληματισμούς, ο Μυριβήλης θα προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα πραγματικό μυθιστόρημα, τη Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια, απομακρυσμένο από τον αυτοβιογραφικό λόγο τού Η Ζωή εν Τάφω. Ωστόσο, το σχήμα αυτό αποτελεί τη βάση ενός μύθου που δεν κατορθώνει να μετουσιωθεί μέσα από τα πρόσωπα της πλοκής. Γράφοντας τη Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια ο Μυριβήλης θα προσπαθήσει να εναρμονισθεί με τις γενικότερες επιδιώξεις της γενιάς του '30, αλλά θα βρεθεί παγιδευμένος σε αντιθέσεις. Ο έντονος ιδεολογικός διδακτισμός χαλαρώνει το κεντρικό νήμα της πλοκής, ενώ ο ρεαλισμός της κοινωνικής κριτικής δεν κατορθώνει να ανανεώσει πραγματικά την παράδοση της ηθογραφίας ενός Καρκαβίτσα και ενός Παπαδιαμάντη. Ο μόνος δρόμος που μένει ανοικτός για τον θερμό αυτόν πατριώτη από τη Λέσβο, και που με συνέπεια θα ακολουθήσει στο εξής, είναι η λαϊκή παράδοση. Η ανανέωση έρχεται μέσα από την επιστροφή στην παράδοση και κυρίως μέσα από την αναγωγή της σε αξία συλλογική. Η ηθογραφική διάσταση του έργου του εξελίσσεται προοδευτικά σε σθεναρή αναζήτηση της ελληνικότητας, η οποία θα αποτελέσει το επίκεντρο των προσπαθειών του, τόσο ως προς το περιεχόμενο των κειμένων όσο και ως προς τον λόγο που χρησιμοποιεί.

Ο Μυριβήλης με τη σύζυγό του Ελένη Δημητρίου, πρόσφυγα από το Δικελί της Μικράς Ασίας που γνώρισε στη Μυτιλήνη,
όταν ήταν αρχισυντάκτης της τοπικής εφημερίδας «Σάλπιγξ». Μαζί της απέκτησε τρία παιδιά.

Μέσα στο πνεύμα αυτό, αν διαβάσουμε το έργο του Μυριβήλη που ακολούθησε τη Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια θα διαπιστώσουμε την προοδευτική εξέλιξη μιας πορείας που ξεκίνησε από μια σαφή και συγκεκριμένη αντιπολεμική ιδεολογία, αντιμετώπισε με δυσκολία την προσαρμογή της τραυματικής εμπειρίας του πολέμου και της αναμφισβήτητης αγάπης για την πατρίδα με τα δεδομένα της ειρηνικής κοινωνίας και τελικά κατέληξε να αναζητά την εθνική και φυλετική ουσία στο παρελθόν, μέσα στη λαϊκή παράδοση, που αποβαίνει έτσι υποθήκη για το μέλλον ως εθνική αυτογνωσία. Η Παναγιά η Γοργόνα, το τρίτο του μυθιστόρημα, όσο και αν στηρίζεται στην κοινωνία της προσφυγιάς, στην ουσία αποτελεί ένα ηθογραφικό πορτραίτο με διαστάσεις συλλογικές. Για τον λόγο αυτό άλλωστε και τα πρόσωπα του έργου δεν έχουν μυθιστορηματική αυτοτέλεια, αλλά αποτελούν επιμέρους όψεις ενός νησιωτικού πολιτισμού. Παράλληλα, η δύναμη της φύσης φανερώνει την υπεροχή της έναντι του λογικού, συνδέεται με λαϊκές δοξασίες, αλλά και με τον ερωτισμό και εκδηλώνεται με όλη την ορμή και τον ηδονισμό του, ιδιαίτερα στις νουβέλες Παν και Βασίλης ο Αρβανίτης.

Από αριστερά, Κώστας Μουσούρης, Μιχάλης Περάνθης, Πέλος Κατσέλης, Στράτης Μυριβήλης, 1964.
(Προέλευση: «Η μεσοπολεμική πεζογραφία», εκδ. Παν. Σοκόλη, τ. ΣΤ', Αθήνα 1993, σ. 129)

Οι έννοιες του λυρισμού και του ρεαλισμού χάνουν τα όριά τους, γιατί η ρεαλιστική και ηθογραφική αποτύπωση της παράδοσης και των ανθρώπινων τύπων ανάγεται, μέσα από λυρικές εξάρσεις, σε όψη της ελληνικότητας, της ελληνικής φυλής. Μια φυλή τυραννισμένη και πληγωμένη από εκπατρισμούς. Μια φυλή γεννημένη μέσα στη θάλασσα. Στον Μυριβήλη η έννοια της φυλής διαδέχεται την έννοια του Γένους, ενώ η Μεγάλη Ιδέα μετενσαρκώνεται σε αναζήτηση της ελληνικότητας. Το φυσικό περιβάλλον στον Μυριβήλη δεν είναι μόνο αισθητικής τάξης, αλλά και γενεαλογικής, ως αρχέγονη πηγή της ύπαρξης του ελληνισμού, ως πηγή της Ιστορίας και του Πολιτισμού. Αργότερα, στα 1952, σε κείμενό του για την ελληνική θάλασσα, θα υποστηρίξει και ακραίες θέσεις, όπως για παράδειγμα ότι κάθε έργο τέχνης, προκειμένου να διατηρηθεί και να δικαιώσει την αξία του οφείλει να είναι εναρμονισμένο με το πνεύμα της φυλής που το δημιούργησε. Αλλιώς, είναι καταδικασμένο στην καταστροφή. Η γλώσσα του Μυριβήλη εναρμονίζεται πλήρως με τον στόχο του και αποτυπώνει σε μια ξεχωριστή προσπάθεια, μέσα από τις συνεχείς αναθεωρήσεις των κειμένων, όλη την εξέλιξη της σκέψης του. Αντλεί ακατάπαυστα από τη λαϊκή παράδοση, την κιβωτό του ελληνισμού, και μεταφέρει την προφορική διάλεκτο στον γραπτό λόγο χωρίς ωστόσο να προδώσει τη λογοτεχνική δημιουργία. Έχουν σημειωθεί βέβαια και κάποιες λεκτικές ακρότητες ή αστοχίες, αποτελέσματα ενός άκρατου δημοτικισμού. Η γλωσσική εκζήτηση, θεωρητικά ασύμβατη με τη ρεαλιστική ηθογραφία, οδήγησε την κριτική να μιλήσει για «ρεαλιστική ωραιολατρεία» ή για «κράμα ρεαλισμού και λυρισμού». Ωστόσο, η αδιάκοπη εκφραστική προσπάθεια του Μυριβήλη συγκροτεί ολόκληρο το έργο του σε ένα σύνολο και ουσιαστικά αναιρεί τις αντιθετικές του όψεις: παράδοση και ανανέωση, ρεαλισμός και λυρισμός μετουσιώνονται σε ένα σώμα, σε μια εσωτερικευμένη ποίηση της ζωής και της φύσης, με στόχο να προβάλουν την αξία και την ουσία του ελληνικού στοιχείου. Ο Στράτης Μυριβήλης συμπορεύθηκε με τη γενιά του '30, αλλά διακρίθηκε σε πολλά σημεία από τις επιδιώξεις της. Η πίστη στην παράδοση, η προσκόλληση στο νησιωτικό περιβάλλον και οι ηθογραφικές διαστάσεις του έργου του δεν εναρμονίζονται πλήρως με τα ζητούμενα της γενιάς αυτής. Ωστόσο, ο Μυριβήλης μέσα από την προσωπική του πορεία, με τους ξεχωριστούς δικούς του τρόπους, ανανεώνει την παράδοση και την ανάγει σε αξία συλλογική, αναζητά με πάθος την ελληνικότητα, εκφράζει την αναγεννητική ορμή της φύσης και τη βαθιά του πίστη στον άνθρωπο και στην πνευματική του ελευθερία, αποβαίνοντας έτσι ένας από τους κυριότερους εκφραστές του καιρού του.

* Η Ράνια Πολυκανδριώτη είναι ερευνήτρια στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του ΕΙΕ.

Πηγή: tanea.gr

Η διαστροφή της λογοτεχνίας

Ο μονοτονικός τίτλος, μάλλον ασεβής, παραλλάσσει τον πρότυπο τίτλο Η διαστροφή της ανάγνωσης, με τον οποίο επέγραψε η Ηντιθ Γουώρτον το 1903 ένα προκλητικό δοκίμιό της, που το συζητώ εδώ και τρεις Κυριακές-αυτή είναι η τέταρτη. Η ασέβεια προκύπτει και από το γεγονός ότι τη φορά αυτή η έναρθρη γενική «της λογοτεχνίας» παίζει μεταξύ αντικειμενικής και υποκειμενικής (που λέμε στο Συντακτικό) αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα αν η λογοτεχνία διαστρέφει ή διαστρέφεται. Στην πρώτη εκδοχή η λογοτεχνία, ως υποκείμενο, προκαλεί τη διαστροφή της αθώας ανάγνωσης, ενώ στη δεύτερη, ως αντικείμενο, την υφίσταται, μέσω της διαστροφικής τώρα ανάγνωσης. Θύτης, λοιπόν, ή θύμα η λογοτεχνία;

Οπως κι αν έχει το πράγμα, εδώ προκρίνεται η εκδοχή της λογοτεχνίαςθύματος, που εντοπίζεται, όπως υπαινίχθηκα τις προάλλες, στον τύπο και στην πράξη της σχολικής ανάγνωσης λογοτεχνικών κειμένων, η οποία, εξ ορισμού ή καθ΄ οδόν, υπήρξε ή έγινε προβληματική. Εξ ορισμού, αν δεχτούμε ότι οι σχολικές φασκιές συνήθως πνίγουν, έστω παραμορφώνουν, τη λογοτεχνία, που αρέσκεται μάλλον στην ελεύθερη κίνηση, παίζοντας με πόδια και χέρια. Αυτός είναι σίγουρα ο αποφασιστικός λόγος που η ισχύουσα σχολική ανάγνωση επιδρά, κατά κανόνα, πάνω στη λογοτεχνία διαστροφικά.

Προφανώς επειδή η λογοτεχνία (η τέχνη γενικότερα) είναι ζήτημα κυρίως επιλογής, όχι επιβολής. Αρχή που φαίνεται να την αποστρέφεται η σχολική διδασκαλία, όπως ορίζεται στα αναλυτικά προγράμματα και εφαρμόζεται στην τάξη. Η παραβίασή της πάντως έχει σοβαρά παρεπόμενα, με κοινό παρονομαστή την πολλαπλή παρεξήγηση. Πρόχειρο παράδειγμα: η υποτίμηση της αναγνωστικής απόλαυσης (καλύτερα: της τέρψης, που ορίζεται ως πρώτος στόχος της ποίησης στον Ομηρο, τόσο για τους αθανάτους όσο και για τους θνητούς), προς όφελος μιας, ωφέλιμης υποτίθεται, γνώσης και μιας ενάρετης, εξίσου υποθετικής, ηθικής. Η σχολική αυτή επιβολή ασκείται και επικυρώνεται τόσο με τη λογοκριμένη συνήθως εκλογή των λογοτεχνικών κειμένων όσο, και προπαντός, με την αποσπασματική τους διδασκαλία, καταλήγοντας συχνά στη σαλαμοποίηση. Απόδειξη λαθραίας λογοκρισίας και ηθικολογίας: στη διαβόητη πλέον καβαφική «Ιθάκη» είχε διαγραφεί για κάμποσα χρόνια στο σχολικό εγχειρίδιο το δίστιχο: ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής/ όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά. Οσο για την αποσπασματική, διδακτική και εξεταστική, κακοποίηση των λογοτεχνικών κειμένων, αυτή πλήττει προπάντων τα εκτενέστερα αφηγηματικά έργα, με πρόχειρο σχολικό θύμα τα δύο ομηρικά έπη, μοιρασμένα στις δύο πρώτες τάξεις του Γυμνασίου· προηγείται η Οδύσσεια και έπεται η Ιλιάδα. Για προσωπικούς λόγους θα επιμείνω.

Προφανώς δεν είναι δυνατό να διδαχτούν και να εξεταστούν ακέραια τα δύο ομηρικά έπη στις δύο πρώτες γυμνασιακές τάξεις. Αυτό όμως δεν εμποδίζει να είναι διαθέσιμα· να διαβάζονται δηλαδή ολόκληρα από μαθητές και δασκάλους ως απολαυστικά αφηγήματα, ώστε βάσει της συνολικής προσωπικής ανάγνωσης να γίνεται η όποια συζήτηση των διδασκόμενων αποσπασμάτων. Κάτι, που όσο ξέρω, όχι μόνον δεν προβλέπεται αλλά συστηματικά απωθείται στο σχολείο. Ενας πρόχειρος έλεγχος θα έδειχνε, πιστεύω, του λόγου το αληθές.

Προτείνω, λοιπόν, να υποβληθούν, με διακριτικό τρόπο, ερωτηματολόγια, τα οποία να ζητούν, ανωνύμως βέβαια, από δασκάλους και μαθητές, ειλικρινή απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα αν διάβασαν και απόλαυσαν ολόκληρη την Ιλιάδα και την Οδύσσεια (από μετάφραση εννοείται). Φοβάμαι ότι σε μια τέτοια δοκιμή οι έγκυρες θετικές απαντήσεις θα ήταν ισάριθμες με τον αριθμό των δικαίων, στον οποίο καταλήγει ο σολωμικός Ιερομόναχος στη Γυναίκα της Ζάκυνθος . Δεν αναμένονται εξάλλου πιο αισιόδοξα ευρήματα, αν το ίδιο ερώτημα τεθεί σε δόκιμους ποιητές και πεζογράφους μας.

Καθεστώς που σημαίνει ότι η ισχύουσα σχολική ανάγνωση των ομηρικών επών περιορίζεται αποκλειστικά στον αποσπασματικό τρόπο διδασκαλίας και εξέτασης, καθιερώνοντας συνάμα την απωθητική φάμπρικα των περιλήψεων για τις παραλειπόμενες ενότητες. Οπότε εξαφανίζονται οι σημαντικότεροι δείχτες της συναρπαστικής τεχνικής και τέχνης της ομηρικής ποίησης. Οπως είναι η ένταση ανάμεσα στον προβλεπόμενο μύθο και στην απρόβλεπτη πλοκή· ή η εναλλαγή επιτάχυνσης και επιβράδυνσης στην εξέλιξη της επικής αφήγησης, με την οποία συμφωνεί ο εσωτερικός ειρμός και ρυθμός του κειμένου.

Θα κλείσω ωστόσο με μια αισιόδοξη εξαίρεση. Στον Παλαμά ανήκει η επόμενη δήλωση για τον σχολικό Ομηρο της εποχής του: «τον περίμενα μάθημα, και βγήκε θαύμα». Αυτά και εις άλλα, άλλοτε και αλλιώς.

Πηγή: Άρθρο του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη στο ΒΗΜΑ


Στρατής Μυριβήλης
  Είναι μέσα στη ζωή των ατόμων, όπως και μέσα στη ζωή των λαών, μερικές ημερομηνίες που στέκουνται σαν ορόσημα και υψώνουνται σαν βίγλες. Εκεί λοιπόν που περπατάμε την καθημερινή μας χαμοζωή, σκυφτοί κάτω από το βάρος της βιοπάλης, σκυθρωποί από τα πάθη και τα ιδιωτικά συμφέροντα, βλοσυροί από τον ανελέητον αγώνα για την ύπαρξη, ακούμε τις ιερές καμπάνες να σημαίνουν τον όρθρο της ψυχής και ξαφνιαζόμαστε.
  Σταματάμε μεσοστρατίς και βλέπουμε μπροστά μας την ψηλή κορφή. Η καρδιά γεμίζει αναγάλλια, τα μάτια μας βουρκώνουν. Ώ! την ξαίρουμε τούτη την υψηλότατη σκοπιά, στην κορφή της ανεμίζει χαιρετιστικά η σημαία που υψώσαμε με τα ματωμένα μας χέρια. Με τούτα τα δικά μας χέρια, με των πατεράδων μας, με των προγόνων μας τα χέρια!
  Αυτό μας κάνει να σηκώσουμε το μέτωπο, αυτό μας κάνει να ξεφορτωθούμε μια στιγμή το φορτίο των μεριμνών που χαμηλώνουν τα μάτια και το πρόσωπο προς τη γη.
  Τότες μια λαχτάρα ξεπηδάει από την καρδιά μας. Νανέβουμε την ψηλή κορυφή, να σταθούμε ορθοί στην ακρότατην άκρην, εκεί που ο ουρανός είναι ανοιχτός και οι ορίζοντες αποτραβιούνται στ’ απόμακρα. Να βάλουμε αντήλιο το χέρι κι από κει ψηλά ν’ αγναντέψουμε τα περασμένα, να μαντέψουμε και τα μελλούμενα. Από πού ήρθαμε. Ποιες στράτες περάσαμε. Σε ποια ριζικά τραβάμε.
  Τα περασμένα τα προσφέρνει στη ματιά μας η ιστορία. Η μνήμη βαδίζει πάνω στους περπατημένους δρόμους, αγγίζει πρόσωπα, τοπεία, ονόματα και περιστατικά που διάβηκαν και πάνε. Ψάχνει τις εικόνες, φυλλομετρά τα βιβλία, χαϊδεύει τ’ άρματα τα παλιά.
  Αμή τα μελλούμενα; Αυτά είναι σκεπασμένα από την ομίχλη των αγέννητων καιρών. Η Μοίρα έχει απλωμένη ανάμεσά μας κι’ ανάμεσά τους τη σκοτεινή αυλαία της. Το δράμα της ζωής ξετυλίγεται ώρα με την ώρα και κανένας δε ξαίρει την υπόθεση μηδέ τη λύση που προετοιμάζεται.
  Όμως υπάρχουν τα προηγούμενα. Το δράμα της ιστορίας έχει αρχίσει πριν από πολλά – πολλά χρόνια, ξεκινώντας από το παραμυθόδραμα για να φτάσει στη συγκαιρινή τραγωδία. Μπορούμε λοιπόν να ξεδιακρίνουμε –άκρες, μέσες- τις θολές γραμμές και τα αβέβαια σχήματα που διαγράφονται πίσω από το κλειστό καταπέτασμα και το κολπώνουν. Μπορούμε να καθορίσουμε λίγο – πολύ την κατεύθυνση για τα βήματα που ακούμε να πλησιάζουν, σέρνοντας πίσω τους τη Μοίρα μας. Σ’ αυτό μας βοηθάει η αναγκαιότητα που είναι κλεισμένη μέσα σ’ όλες τις μορφές της ζωής και κλώθει το πεπρωμένο τους σαν ένα νήμα που δεν ξέρουμε την πρώτην άκρη του, όμως ξέρουμε πως ξετυλίγεται πάνω σε σταθερούς νόμους. Ξαίρουμε ακόμα πως μέσα στη ζωή των ατόμων και των λαών καμιά πτώση, κανένα ανέβασμα και κανένα σταμάτημα δεν είναι, που να μην υπάρχει σαν σπέρμα μέσα στην προηγούμενη, την προγονική ζωή τους.
  Σήμερα ανεβαίνουμε την πιο ψηλή Βίγλα της νεώτατης ιστορίας μας. Ένας λαός οχτώ εκατομμύρια ψυχές, βαδίζει στο προσκύνημά του με τάξη, με σιωπή, με περισυλλογή. Ας παραμερίσουν οι δημοκόποι, ας κρυφτούν οι ένοχοι και οι δειλοί.
  «Και μονάχα ας ακλουθάνε όσοι επράξανε λαμπρά», είπε ο Ποιητής.[…]

Και κλείνει το δοκίμιο:

[…] Ας διαφυλάξουμε λοιπόν την 28 του Οχτώβρη μέσα στα άδυτα της Εθνικής ψυχής γιατί είναι το Πνεύμα της Φυλής που μίλησε με τις σάλπιγγές της. Ας την κάνουμε συνείδηση. Ας την κάνουμε πανοπλία. Ας την κάνουμε κανόνα ζωής.
  Όσο ζει η Φυλή αυτή, η 28 του Οχτώβρη θα καίγει μέσα της άσβυστη φλόγα. Και σαν ξανάρθουν τα δίσεχτα χρόνια και ο άνθρωπος κιντυνέψει ακόμα μια φορά να χάσει την αξιοπρέπειά του, η ελληνική φωτιά, που δεν σβύνει κάτω από τη στάχτη του χρόνου, θα περιμένει πάλι την ώρα της για να φωτίσει την έντρομη πανανθρώπινη ψυχή στο δρόμο της περιφάνειας, στης τιμής το δρόμο.
  Η Ελλάδα των Μηδικών, η Ελλάδα της Πόλης, η Ελλάδα του 21, η Ελλάδα του 17 είναι μέσα στην Ελλάδα του 40. Σαν Φυλή σταθήκαμε άξιοι της Ιστορίας μας. Τώρα ένα είναι το χρέος μας:
  Σαν άτομα να σταθούμε άξιοι της Φυλής μας.
  Ψηλά τις καρδιές, οι Πανέλληνες!
  Και ψηλά τις Σημαίες!

Στρατής Μυριβήλης
  Τι είναι λοιπόν, και τι γυρεύει η Τέχνη για την οποία τόσο πολύ μιλούμε όλοι οι άνθρωποι, πτωχοί και πλούσιοι… τω πνεύματι; Αλήθεια, δεν πιστεύω νάναι τίποτ’ άλλο στον κόσμο που γι’ αυτό να γράφτηκαν τόσο πολλά και τόσο σοφά βιβλία με σκοπό να το ξηγήσουν. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να φαρδύνουν και να πλαταίνουν ολοένα την άγνοιά μας γύρω στο ζήτημα. Και αυτό βέβαια είναι ένα είδος σοφία, το να ξέρεις την έκταση της άγνοιάς σου. Ένα πλήθος ορισμοί, θεωρίες, συστήματα, σοφιστείες. Όλοι πολιορκούν το ζήτημα. Όλοι μας δείχνουν με το δάχτυλο το Ιερό, και κανείς δε στάθηκε βολετό ν’ ανασηκώσει το μυστικό πέπλο. Και έτσι που η Τέχνη, κοντά στάλλα, έχει και τη λαφριά της πλευρά, την πλευρά της μόδας και της κοσμικότητας, κάθε λίγο και λιγάκι ξαπολιούνται λογής – λογής «φιλολογικοί συνεργάτες», και ρίχνουνται επί δικαίους και αδίκους με το ερωτηματολόγιο στο χέρι:
  - Πείτε μου, σας παρακαλώ, τι νομίζετε πως είναι Τέχνη; Τι πιστεύετε προσωπικά γι’ αυτή; Η Τέχνη για την Τέχνη; Η Τέχνη είναι η ζωή κοιταγμένη μέσ’ από μιαν ιδιοσυγκρασία; Είναι φαινόμενο κοινωνικό; Είναι φροϋδική εξιδανίκευση; (Και οι άλλοι, οι πιο αφελείς:) Είναι ταξικό φαινόμενο;
  Ειλικρινά πιστεύω πως όλοι αυτοί οι ορισμοί και οι περισσότεροι είναι για τον καλλιτέχνη αδειανά λόγια. Αν προσέξει κανείς όλους που μίλησαν και είπαν ενδιαφέροντα πράματα για την Τέχνη, θα δει πως αυτοί δεν είναι οι καλλιτέχνες, οι δημιουργοί που την πραγματοποιούν. Και όσοι πάλι απ’ αυτούς είπαν αφορισμούς για την Τέχνη, τόκαμαν κοροϊδεύοντας, ή απλώς, όπως ο Ουάϊλδ, για να πουν ένα χαριτωμένο λόγο. Και το πράμα είναι πολύ φυσικό. Ο καλλιτέχνης δίνει πραγματώσεις της Τέχνης. Όποιος έχει καιρό και μεράκι ας κάτσει να βγάλει απ’ αυτή την εμπράγματη απάντηση όσους ορισμούς θέλει.
  Αν ζούσε σήμερα ο Σκόπας και τον ρωτούσαν, κύριε Σκόπα, τι εστί Τέχνη; Ο Σκόπας θα μπορούσε να τους απαντήσει: Πηγαίνετε, παιδιά μου, στο Μουσείο, και ζητήσετε να σας δείξουν το γυναικείο κεφάλι που βρέθηκε στην Τεγέα. Είναι ένα κομμάτι από τσακισμένο άγαλμα. Νομίζω πως αυτό είναι Τέχνη! Κι αν ρωτούσε κανένας τον Μπετόβεν τί είναι Μουσική, η πιο φυσική απάντηση που θα μπορούσε να δώσει, θα θύμιζε τον παλιό βασιλιά της Γαλλίας: Η Μουσική είμ’ εγώ!
  Δεν γίνεται λοιπόν οι καλλιτέχνες να μας δώσουν άλλες απαντήσεις από τα έργα τους. Μέσα σ’ αυτά έχουν κλείσει τους ορισμούς των και τους νόμους των, που δεν είναι άλλο παρά πλαστικές υλοποιήσεις της εξαιρετικής των προσωπικότητας. Μαζεύουνται λοιπόν κατόπι γύρω απ’ αυτά τα έργα οι φιλόσοφοι, οι αισθητικοί, οι κριτικοί, και πασχίζουν να μας τα εξηγήσουν – σαν να μας χρειαζόταν αυτές οι εξηγήσεις. Αυτό, από την εποχή του μεγάλου Αριστοτέλη και του συγγραφέα του «Περί ύψους» ως τις μέρες μας που η κριτική έγινε ρεπορτάζ. Θυμάμαι κιόλας έναν δικόνε μας, που επί χρόνια μας έγραφε και μας καθοδηγούσε πώς πρέπει να γράφεται ένα σωστό μυθιστόρημα, και σαν είδε πως δεν μπορούσαμε να επωφεληθούμε από τις αληθινά σοφές του υποδείξεις, έπιασε κ’ έγραψε ατός του ένα μυθιστόρημα, που ήταν ένα έξοχο υπόδειγμα του: πώς δεν πρέπει να γράφεται ένα σωστό μυθιστόρημα. Όμως τέτοιες συγκινητικές υπάρξεις δε βρίσκουνται δυστυχώς συχνά στα Ελληνικά Γράμματα.
  Μένουν όμως οι μεγάλοι φιλόσοφοι, που ασχολήθηκαν σοβαρά για το μεγάλο θέμα της Τέχνης, και έδωσε ο καθένας τους μια προσωπική απάντηση στο ερώτημα. Τους θαυμάζουμε, τους διαβάζουμε, τους ακούμε, και πάλι κανένας τους δε χορταίνει τη δίψα μας να μάθουμε κάτι θετικό.
  Πολύ φυσικό αυτό, αν σκεφτούμε πως κάθε φιλοσοφικό σύστημα αποτελείται κατά κύριον λόγο από το φιλόσοφο που το ίδρυσε. Δηλ. κάθε άνθρωπος που προσπαθεί να ξηγήσει το μυστήριο της ζωής (και αυτό κάνει η φιλοσοφία, η δε Τέχνη αποτελεί μιαν από τις μορφές αυτού του μυστηρίου), είναι επόμενο να μας μεταδίδει ό,τι του υπαγορεύουν η σωματική, η ψυχική και η πνευματική ιδιοσυγκρασία, που αποτελούν την ομοούσια και αδιαίρετη τριάδα της ανθρώπινης υπόστασης. Επομένως μέσα στο φιλοσοφικό σύστημα, αν ψάξει κανείς, θα βρει τα ψυχοφυσιολογικά χαρακτηριστικά του δημιουργού του. Ένας δυστυχισμένος από το στομάχι του Σοπενάουερ, θα τα βλέπει όλα μαύρα και σκοτεινά, ένας άρρωστος Νίτσε θα θεοποιήσει τη δύναμη κ.ο.κ. Αυτό είναι το ένα. Το άλλο είναι πως κάθε άποψη του φιλοσόφου πρέπει αναγκαστικά νάναι συνταιριασμένη οργανικά μέσα στο σύστημά του. (Στην υλιστική φιλοσοφία του Μαρξ δε χωρά άλλη εξήγηση της Τέχνης απ’ αυτή που δίνει ο κομμουνισμός.) Και αυτό πάλι αποτελεί μιαν άλλη πλευρά στις ελαττωματικότητες των φιλοσοφικών απόψεων για την Τέχνη. Κάθε προσπάθεια δηλ. για την εξήγηση της ζωής και των φαινομένων της, ουσιαστικά δεν είναι παρά μια προσωπική ομολογία, που αγωνίζεται να δικαιωθεί με λογικά σχήματα.
  Μα αυτό φυσικά δε χορταίνει την πείνα του ειδέναι, που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, σαν ευλογία και σαν κατάρα, από την εποχή που οι δύο πρωτόπλαστοι θυσίασαν τον παράδεισό τους για να δοκιμάσουν τους καρπούς του Δέντρου της Γνώσεως.

Απονεμήθηκαν τα Βραβεία Διαβάζω 2012

Στον Αλέξη Πανσέληνο το βραβείο μυθιστορήματος για τις «Σκοτεινές επιγραφές».

Στον Αλέξη Πανσέληνο, απονεμήθηκε το βραβείο μυθιστορήματος για τις «Σκοτεινές επιγραφές» («Μεταίχμιο»)

Σε μια ξεχωριστή και εξαιρετικά επιτυχημένη εκδήλωση στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, με τίτλο «Λογοτεχνική και Ποιητική Συνάντηση στον Κήπο του Μεγάρου - Διαβάζω Ποίηση» το Περιοδικό Διαβάζω απένειμε το βράδυ της Τετάρτης 6 Ιουνίου 2012, για 16η χρονιά, τα Λογοτεχνικά του Βραβεία.

Για πρώτη φορά τα βραβεία συνοδεύονταν και από εικαστικά έργα, μια ευγενική προσφορά του Μουσείου Φρυσίρα.

Περισσότερα από 1500 άτομα παρευρέθησαν στην εφετινή εκδήλωση. Ο λόφος στον Κήπο του Μεγάρου είχε κατακλυστεί από κόσμο.

Την είδηση της βραδιάς έδωσε ο Πρόεδρος του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών κ. Ιωάννης Μάνος που προανήγγειλε, όταν έλαβε τον λόγο, ότι «σκεφτόμαστε να δημιουργήσουμε ένα Φεστιβάλ Λογοτεχνίας, το οποίο θα πραγματοποιείται κάθε δυο χρόνια, εδώ στους χώρους του Μεγάρου» στο πλαίσιο του νέου ανοίγματος που επιχειρεί το Μέγαρο προς την κοινωνία και κυρίως τη νεότερη γενιά. «Σκοπός μας είναι να στηρίξουμε το λόγο και τον στοχασμό» συμπλήρωσε.

Τον θεσμό χαιρέτησε και η υπηρεσιακή Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Τατιάνα Καραπαναγιώτη.

Τα βραβεία απονεμήθηκαν με την ακόλουθη σειρά:

Βραβείο Εικονογραφημένου Παιδικού Βιβλίου
Αγγελίδου Μαρία (κείμενο), Στεφανίδη Φωτεινή (εικονογράφηση), Ιστορίες που τις είπε η Πέτρα, Αερόστατο

Το βραβείο, το οποίο απένειμε η συγγραφέας, Σοφία Ζαραμπούκα, συνοδεύτηκε από το έργο της Ελένης Παυλοπούλου για την συγγραφέα και από το έργο της Κατερίνας Χαδουλού για την εικονογράφο αντίστοιχα.

Βραβείο Λογοτεχνικού Βιβλίου για μεγάλα παιδιά
Κατσαμά Ελένη, Κοσμοδρόμιο, Πατάκης

Το βραβείο, το οποίο απένειμε η Καθηγήτρια του Τμήματος Επιστημών της Προσχολικής Αγωγής και του Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διαμάντη Αναγνωστοπούλου, συνοδεύτηκε από το έργο της Καλλιρρόης Μαρούδα.

Βραβείο Ποίησης
Γιώργος Μπλάνας, Στασιωτικά 1-50, Γαβριηλίδης
Το βραβείο, το οποίο απένειμε ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Παπακώστας, συνοδεύτηκε από το έργο της Μαρίας Γιαννακάκη.

Ο Γιώργος Μπλάνας μάλιστα αφού ευχαρίστησε την επιτροπή σημείωσε ότι «το ταξικό συμφέρον του ποιητή είναι η γλώσσα του» και προέτρεψε τους νεότερους κυρίως ποιητές να μην αφήσουν την επόμενη κυβέρνηση «σε χλωρό κλαρί» όποια κι αν είναι αυτή εννοώντας πιθανώς ότι η γλώσσα της ποίησης είναι αντικειμενικά απέναντι στην εξουσία.

Βραβείο Λογοτεχνικού Δοκιμίου - Μελέτη
Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του ΄30: Νεοτερικότητα, ελληνικότητα και πολιτισμική ιδεολογία, Πόλις

Το βραβείο, το οποίο απένειμε ο ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο London School of Economics, Νίκος Μουζέλης, συνοδεύτηκε από το έργο της Μαριλένας Ζαμπούρα.

Ο Δημήτρης Τζιόβας δεν κατάφερε να παραστεί στην εκδήλωση και το βραβείο παρέλαβε εκπρόσωπος του εκδοτικού οίκου.

Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα (στη μνήμη του Ηρακλή Παπαλέξη)
Γιώργος Μητάς, Ιστορίες του Χαλ, διηγήματα, Κίχλη
Το βραβείο το οποίο απένειμε ο Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νάσος Βαγενάς, συνοδεύτηκε από το έργο του Μιχάλη Αμάραντου.

Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ποιητή
Γιάννης Δούκας, Στα μέσα σύνορα, Πόλις
Το βραβείο, το οποίο απένειμε η συγγραφέας, Κική Δημουλά, η οποία είχε και τα γενέθλιά της, συνοδεύτηκε από το έργο της Ντανιέλας Σταματιάδη.

Βραβείο Διηγήματος - Νουβέλας
Κώστας Παπαγεωργίου, Το νερό, Κέδρος
Το βραβείο, το οποίο απένειμε ο συγγραφέας, Στρατής Χαβιαράς, συνοδεύτηκε από το έργο του Περικλή Γουλάκου.

Βραβείο Μυθιστορήματος
Αλέξης Πανσέληνος, Σκοτεινές επιγραφές, Μεταίχμιο

Το βραβείο, το οποίο απένειμε η συγγραφέας, Ρέα Γαλανάκη, συνοδεύτηκε από το έργο του Θανάση Μακρή.
Ο Αλέξης Πανσέληνος αφού ευχαρίστησε την επιτροπή είπε: «Όπως ξέρετε όλοι που είστε σήμερα εδώ ο μοναδικός τομέας στον οποίο καταγράφεται πρωτογενές πλεόνασμα σε αυτή την χώρα είναι η τέχνη. Ελπίζουμε κάποτε να το καταλάβουν και οι κυβερνήσεις μας».

Βραβείο Προσφοράς στο Βιβλίο (στη μνήμη του ιδρυτή του περιοδικού, Περικλή Αθανασόπουλου)
Το βραβείο απονεμήθηκε στον Γιώργο Χατζόπουλο για το σύνολο του πνευματικού του έργου και την προσφορά του στο χώρο του βιβλίου, από την Εκδότρια του Περιοδικού, Χριστιάνα Μυγδάλη.

ΝΕΟ Βραβείο στη μνήμη του Νίκου Θέμελη, θεσμοθετημένο από το Δήμο Άνδρου
Θα απονεμηθεί στη συγγραφέα, Αλεξάνδρα Δεληγιώργη για το βιβλίο της Τρυφερός σύντροφος, Άγρα, μια μυθιστορηματική βιογραφία του Γεώργιου Σκληρού, στην Άνδρο, στις 20 Αυγούστου.

Την εκδήλωση συντόνισε ο διευθυντής του περιοδικού Διαβάζω Γιάννης Μπασκόζος που τόνισε στην αρχή της εκδήλωσης ότι «η εποχή που επικρατούσε το σύνθημα “μ’ ένα βιβλίο ξεχνιέμαι” έχει περάσει οριστικά. Αυτό το αποδεικνύει η μεγάλη στροφή του αναγνωστικού κοινού στα δοκίμια, τα πολιτικά και οικονομικά βιβλία, αλλά και η στροφή των ίδιων των λογοτεχνών που πλέον αναζητούν τις αιτίες για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Ο συγγραφέας δε χρειάζεται πάντως να υπογράφει τη λίστα κανενός κόμματος με το όνομά του. Οι συγγραφείς είναι παρόντες με τα βιβλία τους» είπε.

Μετά τις 9μμ. παρουσιάστηκε ένα αφιέρωμα στον Κ.Π. Καβάφη και στην επιρροή που άσκησε στους ξενόγλωσσους ποιητές.

Δείγματα αυτής της «καβαφογενούς» ποίησης διάβασαν σε ελληνική μετάφραση οι ποιητές Γιάννης Δάλλας, Κική Δημουλά, Τίτος Πατρίκιος, Κυριακός Χαραλαμπίδης, καθώς και ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Συντόνισε ο Νάσος Βαγενάς, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ποιητής.

Πηγή: tovima.gr

Όαση ομορφιάς και πολιτισμού, ο ολάνθιστος κήπος του Μεγάρου, μέχρι τώρα έχει προσελκύσει χιλιάδες θεατές Ελληνες και ξένους, σε εκδηλώσεις λόγου και μουσικής.

Κική Δημουλά, Τίτος Πατρίκιος, Γιάννης Δάλλας, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Δημήτρης Μαρωνίτης 
Όαση ομορφιάς και πολιτισμού, ο ολάνθιστος κήπος του Μεγάρου, μέχρι τώρα έχει προσελκύσει χιλιάδες θεατές Ελληνες και ξένους, σε εκδηλώσεις λόγου και μουσικής. Το Megaron Plus καλεί, εκ νέου, το κοινό στον υπέροχο κήπο του Μεγάρου, στις 6 Ιουνίου, σε μια λογοτεχνική και ποιητική συνάντηση, ένα καλοκαιρινό ταξίδι στο σύμπαν του μεγάλου Αλεξανδρινού ποιητή, Κωνσταντίνου Καβάφη, και σε ό,τι καλύτερο έχει να μας προτείνει η σύγχρονη ελληνική πεζογραφία.

Η βραδιά θα αρχίσει στις 8.00 με την απονομή των Ετησίων Βραβείων του περιοδικού «Διαβάζω», ενώ, μία ώρα αργότερα, θα παρουσιαστεί ένα αφιέρωμα στον Καβάφη και στην επιρροή που άσκησε στους ξενόγλωσσους ποιητές.

 Θεσμός και γιορτή για συγγραφείς και αναγνώστες, τα βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω» θα τιμήσουν και φέτος για 16η χρονιά τις καλύτερες στιγμές της ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής. Την εκδήλωση θα συντονίσει ο διευθυντής του περιοδικού Γιάννης Μπασκόζος. Η διαχρονική απήχηση της ποίησης του Κωνσταντίνου Καβάφη, η δύναμή της να είναι αφοπλιστικά επίκαιρη σε κάθε συγκυρία και οι διαστάσεις της διεθνούς απήχησής της είναι ένα φαινόμενο που αποτυπώνεται στις επιρροές που άσκησε και ασκεί στους ξενόγλωσσους ποιητές η μοναδική και συνεχώς φρέσκια φωνή του.

Οι ποιητές Γιάννης Δάλλας, Κική Δημουλά, Τίτος Πατρίκιος, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, καθώς και ο Δημήτρης Μαρωνίτης θα διαβάσουν σε ελληνική μετάφραση έργα που έχουν γραφτεί είτε με το ύφος του Καβάφη είτε μιλούν για τον Καβάφη ως ποιητή και ως άνθρωπο. Την εκδήλωση θα συντονίσει, ο καθηγητής Πανεπιστημίου και ποιητής Νάσος Βαγενάς. Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.

Πηγή: ethnos.gr

Γυναίκες, γύρω στα 30, που αγαπούν την ελληνική λογοτεχνία και αγοράζουν βιβλία από μεγάλες αλυσίδες βιβλιοπωλείων είναι «η καρδιά» του αναγνωστικού κοινού που επισκέπτεται το Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Εκδοτών Βορείου Ελλάδος.


Γυναίκες, γύρω στα 30, που αγαπούν την ελληνική λογοτεχνία και αγοράζουν βιβλία από μεγάλες αλυσίδες βιβλιοπωλείων είναι «η καρδιά» του αναγνωστικού κοινού που επισκέπτεται το Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Εκδοτών Βορείου Ελλάδος.

Τα αποτελέσματά της παρουσιάστηκαν κατά την αναγγελία του 31ου Φεστιβάλ Βιβλίου, το οποίο μετακομίζει φέτος στα ανατολικά και θα γίνει στον χώρο της Νέας Παραλίας, προς το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, από τις 8 έως τις 24 Ιουνίου.

«Δύσκολη συγκυρία»
«Ο Σύνδεσμος Εκδοτών Βορείου Ελλάδος κατάφερε και φέτος, παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία που βρίσκεται η χώρα, να πραγματοποιήσει το Φεστιβάλ Βιβλίου και το αφιερώνει στους Θεσσαλονικείς ποιητές και πεζογράφους του αιώνα, στο πλαίσιο του Ετους Εορτασμού, Θεσσαλονίκη 2012 - 100 χρόνια από την Απελευθέρωση», δήλωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Χαράλαμπος Μπαρμπουνάκης, ανακοινώνοντας το πρόγραμμα των παράλληλων εκδηλώσεων.Αναφερόμενος στα αποτελέσματα της έρευνας για το ελληνικό βιβλίο, ο κ. Μπαρμπουνάκης είπε ότι παρά την οικονομική κρίση, οι φίλοι του βιβλίου αυξάνονται, ενώ ακόμη ένα ενθαρρυντικό στοιχείο είναι το γεγονός ότι στηρίζουν τα βιβλιοπωλεία της γειτονιάς τους.

Πηγή: ethnos.gr

Νεότερες αναρτήσεις Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα