Blogger Template by Blogcrowds.


Στρατής Μυριβήλης
  Σκεφτήκατε καμμιά φορά πως δεν έχουμε μια αληθινή ζητωκραυγή;
  Δεν έχουμε μια λέξη που να ‘ναι επιφώνημα ενθουσιασμού ή παρόρμησις όπως έχουν όλοι οι λαοί. Και δεν έχουμε γιατί κι αυτό το ζήτημα άφησε τη σφραγίδα του ο δασκαλισμός, που μας μάρανε όσο του ήταν δυνατόν, κάθε δροσιά γνήσιας έκφρασης όλο τον πρώτο αιώνα της Εθνικής μας ελευθερίας. Έτσι μας επέβαλε για κραυγή ενθουσιασμού τη προσταχτική του ρήματος «ζω».
  - Ζήτωω!
  Μια λέξη ψόφια από ήχο. Όλα της είναι βουβά. Και τα σύμφωνα της και τα φωνήεντά της. Ζήτα, ζζ, ιι, οοό. Τη στιγμή που η ψυχή χουχλακίζει από ενθουσιασμό και γυρεύει μια ηχηρή διέξοδο όπως ο ατμός που ορμά μέσα στη σφυρίχτρα του καραβιού, οι σχολαστικοί εκείνοι άνθρωποι πρόσταξαν αυτή την ψυχική έκρηξη να περάση μέσα απ’ τη τρύπα της σακοράφας. Διότι αυτό συμβαίνει. Το στόμα κλείνει σφίγγουνται τα δόντια να βγη κείνο το ζήτα και στο τέλος στρογγυλεύει, κλείνει πάνω στο ω.
  Έτσι, η κραυγή της χαράς, του ενθουσιασμού, ψοφάει, ρίχνει τα φτερά της και γελοιοποιείται.
  Το μόνο φωνήεντο που αφήνει ελεύθερα τα χείλια για να περάσει άνετα και με συνέχεια η φωνή του ανθρώπου είναι το άλφα.
  - Ουρρααά! Φωνάζουν οι ξένοι, και σειούνται τα τζάμια και τρέμει ο αγέρας. Και βάζουν πριν από το α ένα καταρράχτη από ρο που εκβάλλει απ’ την ανοιχτή πύλη του α. Κι εμείς νιουρίζουμε την προσταχτική του ρήματος ζω. Κι όταν πρόκειται να ζητωκραυγάσουμε για πρόσωπα ή για πράγματα περισσότερα από ένα, αναγκαζόμαστε να κάνουμε ένα απίστευτο σολοικισμό. Βάζουμε τον τρίτο ενικό της προσταχτικής με αντικείμενο στο πληθυντικό.
  - Ζήτωσαν οι ήρωες του εικοσιένα! Τελειώνει τον πανηγυρικό του ο ρήτορας, της 25ης Μαρτίου.
  Και ο λαός απαντά σόλοικα.
  - Ζήτω!
  Γιατί είναι αδύνατον να μεταβάλλει σε κραυγή μια λέξη που τελειώνει σε νί! Ο δασκαλισμός δεν τα κατάφερε να παρασύρη τον κόσμο να ξεφουρνίση αυτή την ελληνικούρα, με τον ίδιο τρόπο που μας φόρτωσε τη λέξη οδός, αντί δρόμος χωρίς να κατορθώση να επιβάλη και τη γενική της «οδού» καθώς και τις άλλες πτώσεις: «τας οδούς» «των οδών» κ.τ.λ.
  Κι άλλη φορά είχα ασχοληθή μ’ αυτό το ζήτημα, που μου φαίνεται πολύ περισσότερο ενδιαφέρον απ’ ότι φαίνεται. Είμαστε που είμαστε δισταχτικοί και συμμαζεμένοι στις εκδηλώσεις μας ως λαός. Η αίσθηση του γέλιου είναι ανεπτυγμένη στον Έλληνα σε βαθμό υπερβολικό, και του περιορίζει τις ψυχόρμητες διαθέσεις των εκδηλώσεών του κι εκεί ακόμα που δεν πρέπει, ενώ κατά βάθος, πολύ συχνά νιώθουμε την ανάγκη να βρούμε μια διέξοδο στη συναισθηματική μας κατάσταση. Μας είχαν βάλει και το φίμωτρο της καθαρεύουσας στο στόμα, και το αποτέλεσμα ήταν αυτές οι ομαδικές εκδηλώσεις μας που τέλειωναν κατά κανόνα σε θλιβερά μουρμουρίσματα, και μόλις δημιουργείτο πραγματικός ενθουσιασμός που γύρευε δικλείδα να ξεθυμάνη, κατέληγε σε πανδαιμόνιο ασυναρτησίας. Φωνάζουν τότες όλες τις κραυγές που έρχουνταν στο στόμα εκτός απ’ το επίσημο «Ζήτω» και το ηλίθιο «Ζήτωσαν». Οι πρόσκοποί μας, αναγκάστηκαν να πάρουν το ξενικό «ούρρα» και έλυσαν το ζήτημα μ’ αυτό το δάνειο. Μ’ αυτό δεν είναι λύση. Θαυμάσιο είναι το ούρρα στα ξενόγλωσσα λαρύγγια, για τα ελληνικά φωνητικά όργανα είναι ξένο γιατί μυρίζει από μακριά.
  Ο λαός μας, όταν ήρθε η ώρα να ξεσπάση στο στόμα του η κραυγή της μάχης, βρήκε μόνος του τη λύση. Ήταν στον πόλεμο του 1912 και επρόκειτο να γίνη η εξόρμηση στο Κιλκίς. Οι αξιωματικοί διέταξαν «εφ’ όπλου λόγχη» κατόπι, «έφοδο» και όλοι να ορμήσουν με μια κραυγή: Ζήτω! Και οι φαντάροι μας ώρμησαν με τη κραυγή «αέρα!» που σάρωσε τους βουλγάρους απ’ τα χαρακώματά τους.
  Μετά την πολεμική κραυγή ο ελληνικός λαός βρήκε τον εαυτό του, δημιουργώντας επί του πεδίου μάχης το νέο, το σωστό επιφώνημά του, που καθιερώθηκε αυθόρμητα σε όλους τους πολέμους που κάναμε από τότες. Σπουδαία η λύση που έδωκε ο φαντάρος. Η κραυγή «αέρα» έχει τον καταρράχτη «άλφα». Δυστυχώς, όσο ιδεώδης είναι αυτή η πολεμική ανακάλυψη, του έλληνα στρατιώτη για την ώρα της εφόδου με την λόγχη, τόσο ακατάλληλη είναι για τις άλλες περιπτώσεις. Δεν γίνεται βέβαια να τη φωνάξη ο κόσμος τις ώρες εορτάσιμου ενθουσιασμού, μ’ όλο που θα ήταν ότι χρειάζεται για να εκδηλώση τα αισθήματά του ακούγοντας προεκλογικούς λόγους των κοινοβουλευτικών ρητόρων.
  Πριν ο λαός μας καθιερώση το φωνητικό του εύρημα την ώρα της μάχης, μεταχειριζόταν τα παλαιότερα χρόνια στον πόλεμο, καθώς και στον πετροπόλεμο που έκαναν τα παιδιά, και πολλές φορές και οι μεγάλοι, άλλες κραυγές παρακελευσματικού ενθουσιασμού.
  Ήταν οι κραυγές «γιούργια» «Γιάλλα!». Μ’ αυτές κάναν τα γιουρούσια τους και οι πολεμιστές του Εικοσιένα. Είναι οι πολεμικές κραυγές της Ανατολής. Από τη πρώτη μάλιστα, ο λαός μας έφτιασε και το ρήμα «γιουργιάρω» που σημαίνει ομαδική επίθεση. Δείτε όμως, πως εκείνο το «γιάλλαα» μοιάζει με την  αρχαία κραυγή «αλλαλαά» Γι’ αυτήν έχουμε την βεβαιότητα πως την επρόφεραν έτσι, γιατί έχουμε και το ρήμα «αλαλάζω» που θα πη «φωνάζω αλλαλά»! Δεν συμβαίνει βέβαια το ίδιο με την αρχαία κραυγή «ελελεύ» που ασφαλώς δεν την πρόφεραν έτσι. Αλλιώτικα με αυτό το τελικό «ευ» θα ήτανε μια κραυγή εντός βουλωμένης μπουκάλας.
  Τι θα γίνη λοιπόν;
  Μακάρι να βρεθή ένας άνθρωπος, ή μία νέα έκρηξη λαϊκή, που να μας σώση απ’ αυτό το γελοίο «ζήτω» και το σόλοικο, «ζήτω τα ελληνόπουλα». Κάποτε θα κριθή πως είναι άξιος εθνικής ευγνωμοσύνης, αυτός ο μέλλων ξεκλειδωτής της ελληνικής οδοντοστοιχίας.
  Γένοιτο!

Νεότερες αναρτήσεις Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα